Oι προκλήσεις στην προμήθεια ενέργειας ειδικά μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι πολύ υψηλές τιμές, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, η έλλειψη εξειδικευμένων επαγγελματιών αλλά και τα μεγάλα κίνητρα που δίνονται από την Ουάσιγκτον για την προσέλκυση επιχειρήσεων στο έδαφος των ΗΠΑ, αποτελούν τις μεγαλύτερες απειλές για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Ήδη επικεφαλής των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων να εξετάζουν να μεταφέρουν επενδύσεις, παραγωγή, ή και τα δύο προς την αμερικανική ήπειρο –εις βάρος της Ευρώπης, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων τους. Έρευνα που διεξήχθη από το «European Round Table for Industry and the Conference Board» και παρουσιάστηκε από το Bloomberg δείχνει ότι το 57% των επικεφαλής ευρωπαϊκών πολυεθνικών εξετάζει τη μετατόπιση επενδύσεων ή δραστηριοτήτων προς στις ΗΠΑ τα επόμενα δύο χρόνια.
Βιομηχανία
Επιπλέον η μεγάλη πλειονότητα των ερωτηθέντων αυτών —πάνω από το 80%— πιστεύει πως η Ευρώπη χάνει ανταγωνιστικότητα ως βάση για τη βιομηχανία, καθώς η ήπειρος πλήττεται από γεωπολιτικούς κινδύνους, υψηλό πληθωρισμό και κόστος ενέργειας, καθώς και ελλείψεις δεξιοτήτων και διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία επιδείνωσε ένα δύσκολο περιβάλλον για τις εταιρείες στην Ευρώπη, που χαρακτηρίστηκε από χαμηλότερη αύξηση της παραγωγικότητας σημειώνεται.
Πάνω από τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων χαρακτήρισαν επίσης ως αρνητικό ή κάπως αρνητικό τον αντίκτυπο των τρεχουσών γεωπολιτικών εντάσεων στις επιχειρηματικές προοπτικές της εταιρείας τους. «Οι προσπάθειες της Ευρώπης να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητά της αμφισβητούνται περισσότερο από ποτέ λόγω ασταθούς γεωπολιτικού περιβάλλοντος, αυξημένων τιμών της ενέργειας σε σύγκριση με τα προ του 2019 επίπεδα, αυξανόμενου πληθωρισμού, αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης και υψηλού κόστους εισροών», αναφέρει η μελέτη.
Ο αποκαλούμενος νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού των ΗΠΑ (Inflation Reduction Act –IRA) έχει δημιουργήσει μεγάλες στρεβλώσεις στην ανταγωνιστικότητα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού παρά τις προσπάθειες της Κομισιόν να γεφυρώσει το χάσμα.
Όπως αναφέρει το γερμανικό Ινστιτούτο Bruegel, ο IRA είναι σημαντικός νόμος για την περιβαλλοντική προστασία επειδή ευνοεί πι πράσινες επενδύσεις, αλλά περιλαμβάνει επίσης επιδοτήσεις που προκαλούν στρέβλωση του εμπορίου, «συμπεριλαμβανομένων απαιτήσεων τοπικού περιεχομένου που απαγορεύονται βάσει των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου – η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ το κάνουν αυτό αποτελώντας πλήγμα στο διεθνές εμπορικό σύστημα που θα μπορούσε να προκαλέσει προστατευτισμό σε άλλες χώρες».
Ο παράγοντας Κίνα
Η κίνηση των ΗΠΑ με τον νόμο IRA έχει μεγάλη σχέση με την κόντρα της με την Κίνα. Ουσιαστικά, η απάντηση της Αμερικής στον κινεζικό ανταγωνισμό είναι να ακολουθήσει μια βιομηχανική πολιτική που θα αποβεί σε βάρος των Ευρωπαίων και Ιάπωνων κατασκευαστών.
Επίσης η Ουάσιγκτον προστατεύει τους μεγάλους εγχώριους κατασκευαστές και παρέχοντάς τους κίνητρα για να συνεχίσουν την ανάπτυξη εκεί τεχνολογιών όπως τα ηλεκτρικά οχήματα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι αναδιοργάνωση παγκόσμιων κλάδων όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, με την Ευρώπη -και κυρίως τη Γερμανία που είναι ηγέτης σε τέτοια παραγωγή- να χάνουν ανταγωνιστικότητα και μερίδιο αγοράς.
Την ίδια στιγμή η Ευρώπη πρέπει επίσης να διαχειριστεί το υψηλό ενεργειακό κόστος, το αυξανόμενο χάσμα ψηφιακής τεχνολογίας έναντι των δύο υπερδυνάμεων και την επείγουσα ανάγκη για αυξημένες αμυντικές δαπάνες για την αντιμετώπιση της νέας απειλής από τη Ρωσία.